ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

«Πού χάθηκαν 60 εκατ., από ποιον υπουργό Παιδείας;»

Σαράντα άνθρωποι δουλεύουν εδώ μέσα, συν εξήντα συγγραφείς που μισθοδοτούνται κάθε μήνα. Δεν σου λέω με τι ποσά, γιατί θα σπάσουν τα τηλέφωνα, δεν θα μ' αφήνουν σε ησυχία...

Με μεγαλώσανε ο παππούλης μου και μια θεια μου, σ' ένα καλύβι χωρίς φως και χωρίς δρόμο μπροστά του. Με δώδεκα αβγά αγόρασα αναγνωστικό, κι ακόμα θυμάμαι ότι στη διαδρομή το ένα μου 'χε σπάσει!

Συνέντευξη με τον Γιώργο Δαρδανό; Τίποτε δυσκολότερο. Ο λόγος του τρέχει με απίστευτη ταχύτητα. Αλλα τον ρωτάς, γι' άλλα σου απαντάει. Ο,τι πιπεράτο ξεφύγει από το στόμα του σε παρακαλεί να μην το δημοσιεύσεις -«δεν θέλω μπελάδες!»- κι όπως δεν τσιγκουνεύεται τα κομπλιμέντα, ούτε τις περιαυτολογίες αποφεύγει.

Πώς, όμως, να τον προσπεράσεις; Οι εκδόσεις «Gutenberg», που δημιούργησε με το βιβλιοδέτη Χαράλαμπο Καρακατσάνη, μόλις συμπλήρωσαν μισόν αιώνα ζωής, ο κατάλογός τους κοντεύει τους 5.000 τίτλους και συνεχίζει να εμπλουτίζεται με καλαίσθητα επιστημονικά εγχειρίδια και τρανταχτά λογοτεχνικά έργα κι επιπλέον, σε αντίθεση με άλλες εκδοτικές επιχειρήσεις που παλεύουν σήμερα να σταθούν όρθιες, διαθέτουν απόθεμα που τους επιτρέπει να μεταστεγαστούν σε ιδιόκτητο κτήριο επί της Διδότου, φιλοδοξώντας να το αναδείξουν σε κέντρο πολιτισμού.

«Ποτέ δεν πήραμε δάνειο και ποτέ δεν εκδώσαμε ακάλυπτη επιταγή» ισχυρίζεται ο 72χρονος εκδότης. «Απλώνουμε τα πόδια μας όσο μπορούμε. Δεν την ξέρεις την παροιμία; Οποιος πίνει βερεσέ, δυο φορές μεθάει. Μου είναι αδύνατον να χρωστάω. Το μόνο που σκεφτόμουν όταν βγήκα απ' τη φυλακή ήταν πώς θα ξοφλήσω τον οδοντογιατρό μου... Τα βάλαμε κάτω και είδαμε πως μέχρι το 2018 θα 'ναι ισοσκελισμένος ο προϋπολογισμός μας.

Σημειωτέον, μόνο για φέτος δώσαμε στην Εφορία ένα εκατομμύριο ευρώ, εκεί που άλλοι, με πολύ μεγαλύτερη επιφάνεια, μπορεί να δίνουν τριάντα χιλιάδες το πολύ. Εγώ τέσσερις φορές καταστράφηκα και τέσσερις φορές αναστήθηκα. Αν γραφτεί πουθενά πως έκλεψε ο Δαρδανός, την άλλη ώρα πρέπει να πεθάνω!».

Πότε φυλακίστηκε; «Ας τα αυτά, δεν έχουν σημασία... Μετά το Πολυτεχνείο με πιάσανε κι έμεινα είκοσι εννιά μέρες στην απομόνωση, κλεισμένος σ' ένα ντουλάπι. Επενέβησαν διάφοροι, όμως, και μ' ελευθερώσανε. Ανάμεσά τους και ο Βίλι Μπραντ, που είχαμε εκδώσει το βιβλίο του "Για την Ειρήνη της Ευρώπης" πριν ακόμα πέσει η χούντα -πάταγος είχε γίνει! Υπήρχαν δυο απόψεις τότε. Η μία, που την υποστήριζε κυρίως το ΚΚΕ, ήταν να μην εκδίδεται τίποτε για να συνειδητοποιήσουν οι έξω τι τραβάμε, ενώ η άλλη, που την πιστεύαμε κι εμείς, ήθελε ν' ανοίξουν κάποιες χαραμάδες. Ετσι βγήκαν τα περίφημα "18 Κείμενα" από τον "Κέδρο" της Καλλιανέση, έτσι βγήκαν κι απ' τον "Gutenberg" πολιτικά κείμενα του Θεοδωράκη, του Τσε Γκεβάρα, βιβλία όπως το "Επαναστατημένο Μεξικό" του Τζον Ριντ ή το "Ο Μακάριος και οι σύμμαχοί του" των Ξύδη, Λιναρδάτου και Χατζηαργύρη. Από τη μεταπολίτευση κι έπειτα στραφήκαμε στο επιστημονικό βιβλίο, φροντίζοντας να εξασφαλίσουμε καλοσπουδαγμένους συνεργάτες, όπως το σπουδαίο παιδαγωγό Χρήστο Φράγκο και τον κοινωνιολόγο Δημήτρη Τσαούση. Μ' αυτόν τον τρόπο προχωράμε ακόμη».

Η μεταπολιτευτική περίοδος ήταν για τον Δαρδανό η καλύτερη που γνώρισε ώς τώρα ο εκδοτικός κλάδος -«όλοι οι εξόριστοι επέστρεψαν κι έπιασαν να ξαναφτιάξουν τις βιβλιοθήκες τους». Γεγονός είναι πως στα μέσα της δεκαετίας του '70, εκδότες και συγγραφείς βρίσκονταν περίπου στο ίδιο οικονομικό σκαλοπάτι, αλλά στην πορεία η μεταξύ τους ψαλίδα άνοιξε θεαματικά, υπέρ των πρώτων βεβαίως. Τυχαίο; «Εμείς στον "Gutenberg" ευλογηθήκαμε από μια αγία! Ενιντ Μπλάιτον τ' όνομά της.

»Το 1979 εκδώσαμε δύο από τις σημαντικότερες παιδικές σειρές της, τους "Μυστικούς Επτά" και τα "Πέντε λαγωνικά", την επόμενη δεκαετία άλλες δύο, κι όλες μαζί πουλήσανε πάνω από 2,5 εκατ. αντίτυπα. Απ' αυτές βγάλαμε χρήματα -και από τα σχολικά βοηθήματα. Μέχρι τότε είχαμε ένα αυτοκίνητο με τον Καρακατσάνη και τις Κυριακές το μοιραζόμασταν. Κάποια στιγμή όμως είπα "φτάνει!". Αρχή μας ήταν ό,τι περισσεύει να το επενδύουμε.

Περάσαμε λοιπόν σε άλλο επίπεδο, στα παιδικά του Παπαδιαμάντη και του Τζιάνι Ροντάρι. Κι όταν μας κάλεσαν να δώσουμε προσφορά για τα δικαιώματα του Χάρι Πότερ, είπα "δεν θέλω, δεν μ' ενδιαφέρει"».

Γεννημένος το 1942 σ' ένα ορεινό χωριό της Ανδρου, τα πρώτα βιβλία που αντίκρισε ο Δαρδανός ήταν ένας καζαμίας κι ένας ονειροκρίτης, στο μονοτάξιο Δημοτικό όπου διέπρεψε ως μαθητής, τοποθετημένα σε μια... πιατοθήκη. «Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα, τον σκοτώσανε οι Γερμανοί, και η μάνα μου αναγκάστηκε να γίνει μαγείρισσα σε ανδρειώτικο σπίτι της Αθήνας. Με μεγαλώσανε ο παππούλης μου και μια θεια μου, σ' ένα καλύβι χωρίς φως και χωρίς δρόμο μπροστά του. Με δώδεκα αβγά αγόρασα αναγνωστικό, κι ακόμα θυμάμαι ότι στη διαδρομή το ένα μου 'χε σπάσει!

Το 1952 βρέθηκα στην Κηφισιά, σ' ένα τεράστιο κτήμα όπου δούλευε κηπουρός ο πατριός μου, και έπιασα δουλειά στο Ακροπόλ Παλάς σαν lift boy. Κάποια γκαρσόνια εκεί, που μόλις είχαν επιστρέψει από την εξορία, άρχισαν να μαζεύουν υπογραφές για να μη δουλέψουμε την Πρωτομαγιά. Υπέγραψα πρώτος! Μ' έβαλε τότε η ιδιοκτήτρια να γονατίσω σε μια εικόνα, να προσευχηθώ να γίνω άνθρωπος, εγώ την έβρισα, και την επομένη με στείλαν στη σχολή ναυτοπαίδων στον Πόρο, όπου ήταν κάποτε διοικητής ο βενιζελικός παππούς μου. Ε, τη δέκατη όγδοη μέρα το 'σκασα μαζί με άλλους, κολυμπώντας».

Ο επόμενος σταθμός θα 'ταν το αναμορφωτήριο, αλλά για καλή του τύχη, «μέσω μιας αριστερής οικογένειας με την οποία είχαν αναπτύξει δεσμούς οι δικοί μου, ήρθα σ' επαφή μ' έναν Βολιώτη μπον βιβέρ που δούλευε στου Παπαζήση, στο τυπογραφείο του οποίου είχε μεταφερθεί όλος ο παράνομος μηχανισμός του ΚΚΕ». Εκεί, χάρη σ' έναν αρχιεργάτη λάτρη της κλασικής μουσικής, «έναν αρχειομαρξιστή που οι κομμουνιστές λογάριαζαν για τροτσκιστή και τον έβλεπαν με μισό μάτι», απέκτησε κι άλλα ακούσματα πέρα από τα ρεμπέτικα που τραγουδούσαν οι συνάδελφοί του.

Από εκεί έβαλε πλώρη για τους Λαμπράκηδες κι άρχισε η τριβή του με τα συνδικάτα, ενώ παράλληλα «με χορηγό τον Ξενοφώντα Ζολώτα, που πλήρωνε τα εξέταστρά μου, τέλειωσα και το νυχτερινό Γυμνάσιο στην Κωλέττη, όπου δίδασκαν πολλοί φιλόλογοι από το Βαρβάκειο». Οταν δε εξελέγη γενικός γραμματέας στο τμήμα νεότητας τυπογράφων, «πρότεινα να φέρνουμε όλοι από ένα αντίτυπο των βιβλίων που τυπώναμε, κι απέκτησε το σωματείο μας την πρώτη του βιβλιοθήκη».

Τριάντα και βάλε χρόνια στέλεχος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών Βιβλιοπωλών -«δεν μ' αρέσει ο όρος συνδικαλιστής, ας πούμε πως ασχολήθηκα με τα κοινά»- ο Γιώργος Δαρδανός πάλεψε όσο λίγοι για την υπόθεση βιβλιοθήκες. «Δεν ήταν όμως μόνο η πολιτεία εντελώς αδιάφορη για το θέμα αυτό, ευθύνη έχουν κι όσοι εκδότες το αντιμετώπιζαν με καχυποψία...». Απ' τη μεριά του, με κάθε ευκαιρία, στηλιτεύει το μαρασμό των πρώτων 499 σχολικών βιβλιοθηκών που δημιουργήθηκαν επί υπουργίας Αρσένη και, κυρίως, τη «λεηλασία» των κοινοτικών κονδυλίων που προορίζονταν για τη δημιουργία άλλων τόσων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, αλλά διοχετεύθηκαν, στην καλύτερη περίπτωση, για τη χάραξη δρόμων στην περιφέρεια. «Πού χάθηκαν 60 εκατ. ευρώ; Πώς και δεν διαμαρτυρήθηκε κανείς, πώς και δεν λογοδότησε κανένας; Ξέρεις ποιον υπουργό Παιδείας έχω άχτι; Τον Πέτρο Ευθυμίου. Επειδή ήξερε γράμματα, επειδή ήταν σε θέση να εκτιμήσει τι ακριβώς διακυβευόταν. Στη δική του θητεία όμως χάθηκαν αυτά τα κονδύλια».

Εξοργισμένος με τη «σαβούρα» που πλημμύρισε την τελευταία εικοσαετία τα βιβλιοπωλεία, ο Δαρδανός μπορεί να σέρνει -off the record- τα μύρια όσα για επιφανείς εκπροσώπους του εκδοτικού χώρου, αλλά σ' έναν τουλάχιστον υποκλίνεται ακόμη, κι «ας πήραν κάποια στιγμή αέρα τα μυαλά του»: τον Καστανιώτη. «Οσα έκανε ο Θανάσης για τους συγγραφείς και το βιβλίο, δεν τα έκανε κανείς! Εχει ήθος και είναι γλυκός άνθρωπος. Γι' αυτό κι εκνευρίζομαι όταν βλέπω, τώρα που ζορίζεται, να του φεύγουν κάποιοι που στο παρελθόν είχε στηρίξει πολύ». Ενας άλλος χώρος που γνώρισε ο ίδιος από τα μέσα, ως μέλος παλιότερα του εφορευτικού της συμβουλίου, είναι αυτός της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Τα μάτια του, λέει, είδαν πολλά -«για το πώς εξαφανίστηκαν ένα σωρό βιβλία από τις συλλογές της, για το πώς έπαιρναν οι υπάλληλοί της διδακτορικά»- αλλά δεν θα 'θελε να επεκταθεί.

Οι προοπτικές, πάντως, που ανοίγονται σήμερα από τη συνεργασία της με το Ιδρυμα «Νιάρχος» τον κάνουν αισιόδοξο και στο πρόσωπο του Φίλιππου Τσιμπόγλου, του νέου διευθυντή της, αναγνωρίζει ένα «σοβαρό επιστήμονα».

Σήμερα, ο δημιουργός του «Gutenberg» επιδίδεται στην τηλεεργασία -«δεν κατεβαίνω κάθε μέρα στα γραφεία, ας είναι καλά το κομπιούτερ»-, χαίρεται τα εγγόνια που του 'χει χαρίσει ο γιος του Κώστας Δαρδανός, διάδοχός του στην εταιρεία, εξακολουθεί να συνεργάζεται αρμονικά με τον ετεροθαλή αδελφό και συνεταίρο του Γιάννη Μαμάη, και απολαμβάνει να διατάζει ή να περιπαίζει τρυφερά τους υπαλλήλους του. Οι περισσότεροι, λέει, «θα ψηφίσουν ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά σε πληροφορώ, έχουν βγάλει ανακοίνωση υπέρ του αφεντικού τους! Οχι μόνο δεν απολύθηκε κανένας μέσα στην κρίση, αλλά πήρανε κι αύξηση. Σαράντα άνθρωποι δουλεύουν εδώ μέσα, συν εξήντα συγγραφείς που μισθοδοτούνται κάθε μήνα. Δεν σου λέω με τι ποσά, γιατί θα σπάσουν τα τηλέφωνα, δεν θα μ' αφήνουν σε ησυχία...».

Τα προσεχώς

Στη διάρκεια της φετινής χρονιάς, η σειρά «Orbis Literae» του «Gutenberg», η οποία εγκαινιάστηκε το 1991 με τον «Μόμπι Ντικ» του Μέλβιλ, θα εμπλουτιστεί με κλασικούς τίτλους, όπως «Ο μαρμάρινος φαύνος» του Ντάνιελ Χόθορν, «Μάντινγκ» του Φρανκ Νόρις και «Οι πύργοι του Μπάρτσεστερ» του Αντονι Τρόλοπ, ενώ εγκαινιάζεται ακόμη μια σειρά, η «Aldina», με επίσης δοκιμασμένα στο χρόνο κείμενα των Μπαλζάκ, Φλομπέρ, Βιρτζίνια Γουλφ, Εντγκαρ Αλαν Πόε κ.ά. Αναμένονται επίσης πέντε έργα του Φερνάντο Πεσόα, σε μετάφραση της Μαρίας Παπαδήμα και του Χάρη Βλαβιανού, ακόμη δύο θεατρικά του Ερρίκου Ιψεν, το «Πέερ Γκιντ» και ο «Εχθρός του λαού» με τη φροντίδα του Θ. Παπαδημητρόπουλου, μια νέα χρηστική έκδοση των Ποιημάτων του Καβάφη σε επιμέλεια Δημήτρη Δημηρούλη, καθώς και μελέτες για τον Αριστοτέλη (του Χέλμουτ Φλάσαρ), την Αντιγόνη του Σοφοκλή (με σχόλια των Χέντερλινγκ, Χάιντεγκερ και Κίρκεγκαρντ) και το έργο του Μπαχτίν.